Υμνώ τα πόδια που δεν αγγίζουν λες τη γη/
σαν να ήσανε αέρινα, τις γάμπες σαν σπαθιά/
που σκίζουνε στα δυο και το πιο βαθύ σκοτάδι/
τ' ασυμβίβαστα γόνατα, τους γλυπτούς μηρούς/
που προλειαίνουν ως τα κατάβαθα τις
συνερεύσεις/ τους διπλοθόλωτους γλουτούς, τη χαραγή τους/ το σχίσιμο του κόλπου, το κλειδί της ηδονής. Τίτος Πατρίκιος («Υμνώ το σώμα»)
συνερεύσεις/ τους διπλοθόλωτους γλουτούς, τη χαραγή τους/ το σχίσιμο του κόλπου, το κλειδί της ηδονής. Τίτος Πατρίκιος («Υμνώ το σώμα»)