
Ωστόσο, οι πρόσφυγες που περνούν από τα ελληνικά νησιά με πλοία στον Πειραιά – πληρώνοντας ως «κανονικοί» επιβάτες – αντιμετωπίζονται σαν λεπροί ή οιονεί φορείς λοιμωδών ασθενειών. Ο πολύ καλός συγγραφέας Γιάννης Μακριδάκης («Η δεξιά τσέπη του ράσου», «Το ζουμί του πετεινού» κ.ά.) γράφει πως σε ένα ταξίδι του από τη Χίο στην Ικαρία, είδε να οδηγούν, χωρίς επιπλέον χρέωση, τους Έλληνες και τους άλλους «κανονικούς» επιβάτες στην πρώτη θέση για να μη συγχρωτίζονται με τους ταξιδιώτες πρόσφυγες. Το προσωπικό που είχε βάρδια στο κατάστρωμα με τους «κολασμένους» φορούσε γάντια, πλην ενός καμαρότου που δέχτηκε την παρατήρηση κάποιας κυρίας, προφανώς του πληρώματος ή γνωστής του: «Μανώλη γιατί δεν φοράς γάντια; Μην τους ακουμπάς βρε παιδάκι μου!».
Οι Ευρωπαίοι υψώνουν τείχη απανθρωπιάς και παλιανθρωπιάς στα σύνορά τους, ο ανθρωπισμός που έδειξαν οι Γερμανοί στα πρώτα κύματα των δυστυχισμένων που έφτασαν ως τις πόρτες τους εξατμίστηκε και η μητερούλα Μέρκελ αποκάλυψε το πρόσωπο της στρίγκλας μητριάς (εκείνο που πραγματικά έχει αυτή και η πατρίδα της) κατανέμοντας τη δυστυχία στις χώρες φιλοξενίας τής επικράτειάς της. Η οποία, φυσικά, δεν περιορίζεται μόνο στα γερμανικά σύνορα.
Η γερασμένη Ευρώπη βλέπει το πρόβλημα μέσα από την ομίχλη τής πρεσβυωπίας της και ουσιαστικά αδιαφορεί να το λύσει στην καρδιά του. Που είναι από τη μια η πείνα και από την άλλη ο πόλεμος στη Συρία. Ένας πόλεμος που με τον τρόπο της προκάλεσε και υποδαυλίζει η Δύση. Αγνοώντας την αδικία που φωνάζει και τη δυστυχία που ουρλιάζει.
Διον. Βραϊμάκης
(Το άρθρο δημοσιεύεται στη Live Sport τους Σαββάτου)
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ ΣΤΟΝ HARDDOG
1) Μαρία Δεδούση: Συναίσθημα, αριθμοί και τραγωδία
2) «Φτάνει πια καθάρματα!»